Η μάχη του Γριμπόβου

 

Οι μάχες του Γριμπόβου

 
Γρίμποβο. Μια λέξη χαραγμένη στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Μια λέξη μόνο για ήρωες.Ένας λόφος στα δυτικά της Αρτας , συνώνυμος του χαλασμού με την έκφραση «Θα γίνει Γρίμποβο». Ήταν αρχές Μάη του 1897 με το νέο ημερολόγιο και 14 Μαΐου με το παλιό. Η μάχη λίγο ήθελε να συμπληρώσει τα δύο ημερόνυχτα συνεχών συγκρούσεων κάτω από τις πιο δύσκολες καιρικές συνθήκες που είχε ζήσει εκείνος ο τόπος. Πάνω από 800 νεκροί της Ελληνικής πλευράς και κάτι λιγότερο για τους Οθωμανούς. Εκατοντάδες οι τραυματίες. Μέσα στις πρώτες σειρές της μάχης μορφές που υμνήθηκαν από τον ευρωπαϊκό τύπο και στην μετέπειτα βιβλιογραφία. Η Ζαν Ντ' Αρκ της Ηπείρου (η νεαρή Ελένη Κωνσταντινίδου) και ο γαριβαλδινός από την αιώνια πόλη ( ο 26χρονος Φίλιππος Τρόγια) .
Οι συγκρούσεις άρχισαν κοντά στο Ιμαρέτ και στο τέλος της πρώτης βραδιάς η μάχη είχε μεταφερθεί στις χαράδρες κάτω από το Γρίμποβο. Την επόμενη ημέρα και οι δύο πλευρές ενισχύθηκαν με άνδρες και πολεμικό υλικό μετατοπίζοντας την σύγκρουση στη κορυφή του βουνού.Η πληροφορία για την έναρξη της μάχης του Γρίμποβου,φτάνει στην Αθήνα ως εξής: «Η υπό τον Μπαϊρακτάρη 1η ταξιαρχία κατέχουσα το Ιμαρέτ και τας πέριξ αυτό λοφοσειράς, συνεπλάκει χθές μετά του
εχθρού. Ο εχθρός εξεδιώχθει μετ’ απωλειών εκτός μικρού σώματος όπερ πολιορκείται εντός της χαράδρας τινός παρά του γρίμπόβους.
Η μάχη ηρξαμένη την 7η πρωινή της χθές διήρκησε μέχρι της 3.30 μμ ότε και διεκόπη. Τα σώματα θα διανυκτερεύσουν εις τας θέσεις του εις τας οποίας ευρίσκονται. Κατά τη μάχη εφονεύθησαν ο ταγματάρχης Κοκοτάκης, ο υπολοχαγός Κωτσάκης, οι ανθυπολοχαγοί Κουρέας και Τυλιγάδης, ο λοχαγός Παπανικολάου και 27 στρατιώται.»
Στις 2 Μαΐου, ο σ/χης Μπαϊρακτάρης ενισχυόµενος από ένα τάγµα της ταξιαρχίας Γκολφινόπουλου, άρχισε πάλι την επίθεση. Τρεις φάλαγγες, η µια από στο στενό τηςnΚιάφας, οι άλλες δύο πιο πέρα ανατολικά, βάδιζαν εναντίον του Χανόπουλου. Η επίθεση άρχισε σφοδρή και φαίνονταν, στο πρώτο στάδιο, ότι θα είχε επιτυχία. Η κατάσταση δυσκόλευε όμως, γιατί ο λόφος που κρατούσαν οι Τούρκοι είχε πυκνή οµίχλη, ενώ ταυτόχρονα στο σηµείο στο οποίο κινούνταν οι Έλληνες, κάθε κίνηση μπορούσε να παρατηρηθεί από τους Τούρκους και να χτυπηθεί.
Στο τέλος της δεύτερης μέρας η Ελληνική η οπισθοχώρηση δεν ήταν αποτέλεσμα μιας δυσχερούς κατάστασης αλλά εντολής των μεγάλων δυνάμεων στον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας.
Χάθηκαν ψυχές και γράφηκαν επικές ιστορίες σε αυτό τον λόφο. Ηταν η μεγαλύτερη αιματηρή μάχη του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897.
Στο λόφο του Γριμπόβου βρέθηκε και ομάδα Ιταλών φιλελλήνων , προερχόμενοι από την λεγεώνα του Γαριβαλδηνού συνταγματάρχη Μπερτιέ. Ο Μπερτιέ είχε φτάσει στην Αρτα με 600 γαριβαλδηνούς στην πρώτη ημέρα της μάχης. Ο συνταγματάρχης  Μάνος δεν τους επέτρεψε να συμμετάσχουν στην σύγκρουση. Η επιθυμία των γαριβαλδηνών να μπούν στην φωτιά (έτσι ονόμαζαν την μάχη) έφερε πολλούς από αυτούς κατά ομάδες να φεύγουν κρυφά από το στρατόπεδο και να ανεβαίνουν στον λόφο. Παρά την διά όπλων εμπόδισή τους (από στρατιώτες του Μάνου) αρκετοί έφτασαν στην κορυφή και πολέμησαν.
Τα γράμματά τους με περιγραφές της μάχης βρέθηκαν σε ξένες εφημερίδες μετατρέποντας τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο σε Ευρωπαϊκό. Τα περισσότεραδημοσιεύματα των ξένων εφημερίδων ήταν αρχικά για το Γρίμποβο , μετά για τα Φάρσαλα και τέλος για τα γεγονότα της Ζαβέρδας.
Το 1912-1913 επαναλήφθηκαν οι συγκρούσεις στον ιστορικό λόφο του Γριμπόβου για να διαβούν από εκεί οι Ελληνικές δυνάμεις και να φτάσουν στα Γιάννενα.
Ο Βονιτσιάνος ποιητής Φιλοκτήτης Λαμπράκης υπηρετώντας σε αυτή την περίοδο στην Αρτα και με την ιδιότητα του υγειονομικού (είχε σπουδάσει φαρμακευτική) μεταξύ των άλλων ποιημάτων του άφησε την σφραγίδα του χαλασμού που είχε συμβεί σε αυτό τον λόφο στα τελευταία 15 χρόνια (1897-1912).
 
Πότισε μαύρε ουρανέ
τα πλάγια τ’ ανθισμένα,
πότισε το άγριο βουνό,
έχουν ανάγκη για νερό
τόσα κορμιά θαμμένα.